EL.png εξαφανίζω

ΕΝΕΣΤΩΤΑΣ

Οριστική

  • εξαφανίζω
  • εξαφανίζεις
  • εξαφανίζει
  • εξαφανίζουμε
  • εξαφανίζετε
  • εξαφανίζουν

Υποτακτική

  • νά εξαφανίζω
  • νά εξαφανίζεις
  • νά εξαφανίζει
  • νά εξαφανίζουμε
  • νά εξαφανίζετε
  • νά εξαφανίζουν
 

Προστακτική

  • εξαφάνιζε
  • εξαφανίζετε

Μετοχή

  • εξαφανίζοντας

ΠΑΡΑΤΑΤΙΚΩΣ

 

  • εξαφάνιζα
  • εξαφάνιζες
  • εξαφάνιζε
  • εξαφανίζαμε
  • εξαφανίζατε
  • εξαφάνιζαν

ΜΕΛΛΟΝΤΑΣ

Εξακολουθητικός

  • θά εξαφανίζω
  • θά εξαφανίζεις
  • θά εξαφανίζει
  • θά εξαφανίζουμε
  • θά εξαφανίζετε
  • θά εξαφανίζουν

Στιγμιαίος

  • θά εξαφανίσω
  • θά εξαφανίσεις
  • θά εξαφανίσει
  • θά εξαφανίσουμε
  • θά εξαφανίσετε
  • θά εξαφανίσουν

ΑΟΡΙΣΤΟΣ

Οριστική

  • εξαφάνισα
  • εξαφάνισες
  • εξαφάνισε
  • εξαφανίσαμε
  • εξαφανίσατε
  • εξαφάνισαν

Υποτακτική

  • νά εξαφανίσω
  • νά εξαφανίσεις
  • νά εξαφανίσει
  • νά εξαφανίσουμε
  • νά εξαφανίσετε
  • νά εξαφανίσουν
 

Προστακτική

  • εξαφάνισε
  • εξαφανίστε

Απαρέμφατο

  • εξαφανίσει

ΠΑΡΑΚΕΙΜΕΝΟΣ

Οριστική

  • έχω εξαφανίσει
  • έχεις εξαφανίσει
  • έχει εξαφανίσει
  • έχουμε εξαφανίσει
  • έχετε εξαφανίσει
  • έχουν εξαφανίσει

Υποτακτική

  • νά έχω εξαφανίσει
  • νά έχεις εξαφανίσει
  • νά έχει εξαφανίσει
  • νά έχουμε εξαφανίσει
  • νά έχετε εξαφανίσει
  • νά έχουν εξαφανίσει
 

Μετοχή

  • *

ΡLUΠΑ_ΡΑΚΕΙΜΕΝΟΣ

Υποτακτική

  • είχα εξαφανίσει
  • είχες εξαφανίσει
  • είχε εξαφανίσει
  • είχαμε εξαφανίσει
  • είχατε εξαφανίσει
  • είχαν εξαφανίσει

ΜΕΛΛΟΝΤΑΣ ΡΑΚΕΙΜΕΝΟΣ

Υποτακτική

  • θά έχω εξαφανίσει
  • θά έχεις εξαφανίσει
  • θά έχει εξαφανίσει
  • θά έχουμε εξαφανίσει
  • θά έχετε εξαφανίσει
  • θά έχουν εξαφανίσει