ΕΝΕΣΤΩΤΑΣ
Οριστική
- δυναμώνω
- δυναμώνεις
- δυναμώνει
- δυναμώνουμε
- δυναμώνετε
- δυναμώνουν
Υποτακτική
- νά δυναμώνω
- νά δυναμώνεις
- νά δυναμώνει
- νά δυναμώνουμε
- νά δυναμώνετε
- νά δυναμώνουν
ΠΑΡΑΤΑΤΙΚΩΣ
- δυνάμωνα
- δυνάμωνες
- δυνάμωνε
- δυναμώναμε
- δυναμώνατε
- δυνάμωναν
ΜΕΛΛΟΝΤΑΣ
Εξακολουθητικός
- θά δυναμώνω
- θά δυναμώνεις
- θά δυναμώνει
- θά δυναμώνουμε
- θά δυναμώνετε
- θά δυναμώνουν
Στιγμιαίος
- θά δυναμώσω
- θά δυναμώσεις
- θά δυναμώσει
- θά δυναμώσουμε
- θά δυναμώσετε
- θά δυναμώσουν
ΑΟΡΙΣΤΟΣ
Οριστική
- δυνάμωσα
- δυνάμωσες
- δυνάμωσε
- δυναμώσαμε
- δυναμώσατε
- δυνάμωσαν
Υποτακτική
- νά δυναμώσω
- νά δυναμώσεις
- νά δυναμώσει
- νά δυναμώσουμε
- νά δυναμώσετε
- νά δυναμώσουν
ΠΑΡΑΚΕΙΜΕΝΟΣ
Οριστική
- έχω δυναμώσει
- έχεις δυναμώσει
- έχει δυναμώσει
- έχουμε δυναμώσει
- έχετε δυναμώσει
- έχουν δυναμώσει
Υποτακτική
- νά έχω δυναμώσει
- νά έχεις δυναμώσει
- νά έχει δυναμώσει
- νά έχουμε δυναμώσει
- νά έχετε δυναμώσει
- νά έχουν δυναμώσει
ΡLUΠΑ_ΡΑΚΕΙΜΕΝΟΣ
Υποτακτική
- είχα δυναμώσει
- είχες δυναμώσει
- είχε δυναμώσει
- είχαμε δυναμώσει
- είχατε δυναμώσει
- είχαν δυναμώσει
ΜΕΛΛΟΝΤΑΣ ΡΑΚΕΙΜΕΝΟΣ
Υποτακτική
- θά έχω δυναμώσει
- θά έχεις δυναμώσει
- θά έχει δυναμώσει
- θά έχουμε δυναμώσει
- θά έχετε δυναμώσει
- θά έχουν δυναμώσει