ΕΝΕΣΤΩΤΑΣ
Οριστική
- προσκρούω
- προσκρούεις
- προσκρούει
- προσκρούουμε
- προσκρούετε
- προσκρούουν
Υποτακτική
- νά προσκρούω
- νά προσκρούεις
- νά προσκρούει
- νά προσκρούουμε
- νά προσκρούετε
- νά προσκρούουν
ΠΑΡΑΤΑΤΙΚΩΣ
- πρόσκρουα
- πρόσκρουες
- πρόσκρουε
- προσκρούαμε
- προσκρούατε
- πρόσκρουαν
ΜΕΛΛΟΝΤΑΣ
Εξακολουθητικός
- θά προσκρούω
- θά προσκρούεις
- θά προσκρούει
- θά προσκρούουμε
- θά προσκρούετε
- θά προσκρούουν
Στιγμιαίος
- θά προσκρούσω
- θά προσκρούσεις
- θά προσκρούσει
- θά προσκρούσουμε
- θά προσκρούσετε
- θά προσκρούσουν
ΑΟΡΙΣΤΟΣ
Οριστική
- προσκρούσα
- προσκρούσες
- προσκρούσε
- προσκρούσαμε
- προσκρούσατε
- προσκρούσαν
Υποτακτική
- νά προσκρούσω
- νά προσκρούσεις
- νά προσκρούσει
- νά προσκρούσουμε
- νά προσκρούσετε
- νά προσκρούσουν
ΠΑΡΑΚΕΙΜΕΝΟΣ
Οριστική
- έχω προσκρούσει
- έχεις προσκρούσει
- έχει προσκρούσει
- έχουμε προσκρούσει
- έχετε προσκρούσει
- έχουν προσκρούσει
Υποτακτική
- νά έχω προσκρούσει
- νά έχεις προσκρούσει
- νά έχει προσκρούσει
- νά έχουμε προσκρούσει
- νά έχετε προσκρούσει
- νά έχουν προσκρούσει
ΡLUΠΑ_ΡΑΚΕΙΜΕΝΟΣ
Υποτακτική
- είχα προσκρούσει
- είχες προσκρούσει
- είχε προσκρούσει
- είχαμε προσκρούσει
- είχατε προσκρούσει
- είχαν προσκρούσει
ΜΕΛΛΟΝΤΑΣ ΡΑΚΕΙΜΕΝΟΣ
Υποτακτική
- θά έχω προσκρούσει
- θά έχεις προσκρούσει
- θά έχει προσκρούσει
- θά έχουμε προσκρούσει
- θά έχετε προσκρούσει
- θά έχουν προσκρούσει