EL.png πληγώνω

ΕΝΕΣΤΩΤΑΣ

Οριστική

  • πληγώνω
  • πληγώνεις
  • πληγώνει
  • πληγώνουμε
  • πληγώνετε
  • πληγώνουν

Υποτακτική

  • νά πληγώνω
  • νά πληγώνεις
  • νά πληγώνει
  • νά πληγώνουμε
  • νά πληγώνετε
  • νά πληγώνουν
 

Προστακτική

  • πλήγωνε
  • πληγώνετε

Μετοχή

  • πληγώνοντας

ΠΑΡΑΤΑΤΙΚΩΣ

 

  • πλήγωνα
  • πλήγωνες
  • πλήγωνε
  • πληγώναμε
  • πληγώνατε
  • πλήγωναν

ΜΕΛΛΟΝΤΑΣ

Εξακολουθητικός

  • θά πληγώνω
  • θά πληγώνεις
  • θά πληγώνει
  • θά πληγώνουμε
  • θά πληγώνετε
  • θά πληγώνουν

Στιγμιαίος

  • θά πληγώσω
  • θά πληγώσεις
  • θά πληγώσει
  • θά πληγώσουμε
  • θά πληγώσετε
  • θά πληγώσουν

ΑΟΡΙΣΤΟΣ

Οριστική

  • πλήγωσα
  • πλήγωσες
  • πλήγωσε
  • πληγώσαμε
  • πληγώσατε
  • πλήγωσαν

Υποτακτική

  • νά πληγώσω
  • νά πληγώσεις
  • νά πληγώσει
  • νά πληγώσουμε
  • νά πληγώσετε
  • νά πληγώσουν
 

Προστακτική

  • πλήγωσε
  • πληγώστε

Απαρέμφατο

  • πληγώσει

ΠΑΡΑΚΕΙΜΕΝΟΣ

Οριστική

  • έχω πληγώσει
  • έχεις πληγώσει
  • έχει πληγώσει
  • έχουμε πληγώσει
  • έχετε πληγώσει
  • έχουν πληγώσει

Υποτακτική

  • νά έχω πληγώσει
  • νά έχεις πληγώσει
  • νά έχει πληγώσει
  • νά έχουμε πληγώσει
  • νά έχετε πληγώσει
  • νά έχουν πληγώσει
 

Μετοχή

  • *

ΡLUΠΑ_ΡΑΚΕΙΜΕΝΟΣ

Υποτακτική

  • είχα πληγώσει
  • είχες πληγώσει
  • είχε πληγώσει
  • είχαμε πληγώσει
  • είχατε πληγώσει
  • είχαν πληγώσει

ΜΕΛΛΟΝΤΑΣ ΡΑΚΕΙΜΕΝΟΣ

Υποτακτική

  • θά έχω πληγώσει
  • θά έχεις πληγώσει
  • θά έχει πληγώσει
  • θά έχουμε πληγώσει
  • θά έχετε πληγώσει
  • θά έχουν πληγώσει