ΕΝΕΣΤΩΤΑΣ
Οριστική
- προξενώ
- προξενείς
- προξενεί
- προξενούμε
- προξενείτε
- προξενούν
Υποτακτική
- νά προξενώ
- νά προξενείς
- νά προξενεί
- νά προξενούμε
- νά προξενείτε
- νά προξενούν
ΠΑΡΑΤΑΤΙΚΩΣ
- προξενούσα
- προξενούσες
- προξενούσε
- προξενούσαμε
- προξεντείτε
- προξενούσαν
ΜΕΛΛΟΝΤΑΣ
Εξακολουθητικός
- θά προξενώ
- θά προξενείς
- θά προξενεί
- θά προξενούμε
- θά προξενείτε
- θά προξενούν
Στιγμιαίος
- θά προξενήσω
- θά προξενήσεις
- θά προξενήσει
- θά προξενήσουμε
- θά προξενήσετε
- θά προξενήσουν
ΑΟΡΙΣΤΟΣ
Οριστική
- προξενησα
- προξενησες
- προξενησε
- προξενήσαμε
- προξενήσατε
- προξενησαν
Υποτακτική
- νά προξενήσω
- νά προξενήσεις
- νά προξενήσει
- νά προξενήσουμε
- νά προξενήσετε
- νά προξενήσουν
ΠΑΡΑΚΕΙΜΕΝΟΣ
Οριστική
- έχω προξενήσει
- έχεις προξενήσει
- έχει προξενήσει
- έχουμε προξενήσει
- έχετε προξενήσει
- έχουν προξενήσει
Υποτακτική
- νά έχω προξενήσει
- νά έχεις προξενήσει
- νά έχει προξενήσει
- νά έχουμε προξενήσει
- νά έχετε προξενήσει
- νά έχουν προξενήσει
ΡLUΠΑ_ΡΑΚΕΙΜΕΝΟΣ
Υποτακτική
- είχα προξενήσει
- είχες προξενήσει
- είχε προξενήσει
- είχαμε προξενήσει
- είχατε προξενήσει
- είχαν προξενήσει
ΜΕΛΛΟΝΤΑΣ ΡΑΚΕΙΜΕΝΟΣ
Υποτακτική
- νά έχω προξενήσει
- νά έχεις προξενήσει
- νά έχει προξενήσει
- νά έχουμε προξενήσει
- νά έχετε προξενήσει
- νά έχουν προξενήσει