EL.png καλημερίζω

ΕΝΕΣΤΩΤΑΣ

Οριστική

  • καλημερίζω
  • καλημερίζεις
  • καλημερίζει
  • καλημερίζουμε
  • καλημερίζετε
  • καλημερίζουν

Υποτακτική

  • νά καλημερίζω
  • νά καλημερίζεις
  • νά καλημερίζει
  • νά καλημερίζουμε
  • νά καλημερίζετε
  • νά καλημερίζουν
 

Προστακτική

  • καλημέριζε
  • καλημερίζετε

Μετοχή

  • καλημερίζοντας

ΠΑΡΑΤΑΤΙΚΩΣ

 

  • καλημέριζα
  • καλημέριζες
  • καλημέριζε
  • καλημέριζαμε
  • καλημέριζατε
  • καλημέριζαν

ΜΕΛΛΟΝΤΑΣ

Εξακολουθητικός

  • θά καλημερίζω
  • θά καλημερίζεις
  • θά καλημερίζει
  • θά καλημερίζουμε
  • θά καλημερίζετε
  • θά καλημερίζουν

Στιγμιαίος

  • θά καλημερίσω
  • θά καλημερίσεις
  • θά καλημερίσει
  • θά καλημερίσουμε
  • θά καλημερίσετε
  • θά καλημερίσουν

ΑΟΡΙΣΤΟΣ

Οριστική

  • καλημέρισα
  • καλημέρισες
  • καλημέρισε
  • καλημερίσαμε
  • καλημερίσατε
  • καλημέρισαν

Υποτακτική

  • νά καλημερίσω
  • νά καλημερίσεις
  • νά καλημερίσει
  • νά καλημερίσουμε
  • νά καλημερίσετε
  • νά καλημερίσουν
 

Προστακτική

  • καλημέρισε
  • καλημερίστε

Απαρέμφατο

  • καλημερίσει

ΠΑΡΑΚΕΙΜΕΝΟΣ

Οριστική

  • έχω καλημερίσει
  • έχεις καλημερίσει
  • έχει καλημερίσει
  • έχουμε καλημερίσει
  • έχετε καλημερίσει
  • έχουν καλημερίσει

Υποτακτική

  • νά έχω καλημερίσει
  • νά έχεις καλημερίσει
  • νά έχει καλημερίσει
  • νά έχουμε καλημερίσει
  • νά έχετε καλημερίσει
  • νά έχουν καλημερίσει
 

Μετοχή

  • *

ΡLUΠΑ_ΡΑΚΕΙΜΕΝΟΣ

Υποτακτική

  • είχα καλημερίσει
  • είχες καλημερίσει
  • είχε καλημερίσει
  • είχαμε καλημερίσει
  • είχατε καλημερίσει
  • είχαν καλημερίσει

ΜΕΛΛΟΝΤΑΣ ΡΑΚΕΙΜΕΝΟΣ

Υποτακτική

  • θά έχω καλημερίσει
  • θά έχεις καλημερίσει
  • θά έχει καλημερίσει
  • θά έχουμε καλημερίσει
  • θά έχετε καλημερίσει
  • θά έχουν καλημερίσει