ΕΝΕΣΤΩΤΑΣ
Οριστική
- χορταίνω
- χορταίνεις
- χορταίνει
- χορταίνουμε
- χορταίνετε
- χορταίνουν
Υποτακτική
- νά χορταίνω
- νά χορταίνεις
- νά χορταίνει
- νά χορταίνουμε
- νά χορταίνετε
- νά χορταίνουν
ΠΑΡΑΤΑΤΙΚΩΣ
- χόρταινα
- χόρταινες
- χόρταινε
- χορταίναμε
- χορταίνατε
- χόρταιναν
ΜΕΛΛΟΝΤΑΣ
Εξακολουθητικός
- θά χορταίνω
- θά χορταίνεις
- θά χορταίνει
- θά χορταίνουμε
- θά χορταίνετε
- θά χορταίνουν
Στιγμιαίος
- θά χορτάσω
- θά χορτάσεις
- θά χορτάσει
- θά χορτάσουμε
- θά χορτάσετε
- θά χορτάσουν
ΑΟΡΙΣΤΟΣ
Οριστική
- χόρτασα
- χόρτασες
- χόρτασε
- χορτάσαμε
- χορτάσατε
- χόρτασαν
Υποτακτική
- νά χορτάσω
- νά χορτάσεις
- νά χορτάσει
- νά χορτάσουμε
- νά χορτάσετε
- νά χορτάσουν
ΠΑΡΑΚΕΙΜΕΝΟΣ
Οριστική
- έχω χορτάσει
- έχεις χορτάσει
- έχει χορτάσει
- έχουμε χορτάσει
- έχετε χορτάσει
- έχουν χορτάσει
Υποτακτική
- νά έχω χορτάσει
- νά έχεις χορτάσει
- νά έχει χορτάσει
- νά έχουμε χορτάσει
- νά έχετε χορτάσει
- νά έχουν χορτάσει
ΡLUΠΑ_ΡΑΚΕΙΜΕΝΟΣ
Υποτακτική
- είχα χορτάσει
- είχες χορτάσει
- είχε χορτάσει
- είχαμε χορτάσει
- είχατε χορτάσει
- είχαν χορτάσει
ΜΕΛΛΟΝΤΑΣ ΡΑΚΕΙΜΕΝΟΣ
Υποτακτική
- θά έχω χορτάσει
- θά έχεις χορτάσει
- θά έχει χορτάσει
- θά έχουμε χορτάσει
- θά έχετε χορτάσει
- θά έχουν χορτάσει