ΕΝΕΣΤΩΤΑΣ
Οριστική
- πλέω
- πλέεις
- πλέει
- πλέουμε
- πλέετε
- πλέουν
Υποτακτική
- νά πλέω
- νά πλέεις
- νά πλέει
- νά πλέουμε
- νά πλέετε
- νά πλέουν
ΠΑΡΑΤΑΤΙΚΩΣ
- έπλεα
- έπλεες
- έπλεε
- πλέαμε
- πλέατε
- έπλεαν
ΜΕΛΛΟΝΤΑΣ
Εξακολουθητικός
- θά πλέω
- θά πλέεις
- θά πλέει
- θά πλέουμε
- θά πλέετε
- θά πλέουν
Στιγμιαίος
- θά πλεύσω
- θά πλεύσεις
- θά πλεύσει
- θά πλεύσουμε
- θά πλεύσετε
- θά πλεύσουν
ΑΟΡΙΣΤΟΣ
Οριστική
- έπλευσα
- έπλευσες
- έπλευσε
- πλεύσαμε
- πλεύσατε
- έπλευσαν
Υποτακτική
- νά πλεύσω
- νά πλεύσεις
- νά πλεύσει
- νά πλεύσουμε
- νά πλεύσετε
- νά πλεύσουν
ΠΑΡΑΚΕΙΜΕΝΟΣ
Οριστική
- έχω πλεύσει
- έχεις πλεύσει
- έχει πλεύσει
- έχουμε πλεύσει
- έχετε πλεύσει
- έχουν πλεύσει
Υποτακτική
- νά έχω πλεύσει
- νά έχεις πλεύσει
- νά έχει πλεύσει
- νά έχουμε πλεύσει
- νά έχετε πλεύσει
- νά έχουν πλεύσει
ΡLUΠΑ_ΡΑΚΕΙΜΕΝΟΣ
Υποτακτική
- είχα πλεύσει
- είχες πλεύσει
- είχε πλεύσει
- είχαμε πλεύσει
- είχατε πλεύσει
- είχαν πλεύσει
ΜΕΛΛΟΝΤΑΣ ΡΑΚΕΙΜΕΝΟΣ
Υποτακτική
- θά έχω πλεύσει
- θά έχεις πλεύσει
- θά έχει πλεύσει
- θά έχουμε πλεύσει
- θά έχετε πλεύσει
- θά έχουν πλεύσει