EL.png κρίνω

ΕΝΕΣΤΩΤΑΣ

Οριστική

  • κρίνω
  • κρίνεις
  • κρίνει
  • κρίνουμε
  • κρίνετε
  • κρίνουν

Υποτακτική

  • νά κρίνω
  • νά κρίνεις
  • νά κρίνει
  • νά κρίνουμε
  • νά κρίνετε
  • νά κρίνουν
 

Προστακτική

  • κρίνε
  • κρίνετε

Μετοχή

  • κρίνοντας

ΠΑΡΑΤΑΤΙΚΩΣ

 

  • έκρινα
  • έκρινες
  • έκρινε
  • κρίναμε
  • κρίνατε
  • έκριναν

ΜΕΛΛΟΝΤΑΣ

Εξακολουθητικός

  • θά κρίνω
  • θά κρίνεις
  • θά κρίνει
  • θά κρίνουμε
  • θά κρίνετε
  • θά κρίνουν

Στιγμιαίος

  • θά κρίνω
  • θά κρίνεις
  • θά κρίνει
  • θά κρίνουμε
  • θά κρίνετε
  • θά κρίνουν

ΑΟΡΙΣΤΟΣ

Οριστική

  • έκρινα
  • έκρινες
  • έκρινε
  • κρίναμε
  • κρίνατε
  • έκριναν

Υποτακτική

  • νά κρίνω
  • νά κρίνεις
  • νά κρίνει
  • νά κρίνουμε
  • νά κρίνετε
  • νά κρίνουν
 

Προστακτική

  • κρίνε
  • κρίνετε

Απαρέμφατο

  • κρίνει

ΠΑΡΑΚΕΙΜΕΝΟΣ

Οριστική

  • έχω κρίνει
  • έχεις κρίνει
  • έχει κρίνει
  • έχουμε κρίνει
  • έχετε κρίνει
  • έχουν κρίνει

Υποτακτική

  • νά έχω κρίνει
  • νά έχεις κρίνει
  • νά έχει κρίνει
  • νά έχουμε κρίνει
  • νά έχετε κρίνει
  • νά έχουν κρίνει
 

Μετοχή

  • *

ΡLUΠΑ_ΡΑΚΕΙΜΕΝΟΣ

Υποτακτική

  • είχα κρίνει
  • είχες κρίνει
  • είχε κρίνει
  • είχαμε κρίνει
  • είχατε κρίνει
  • είχαν κρίνει

ΜΕΛΛΟΝΤΑΣ ΡΑΚΕΙΜΕΝΟΣ

Υποτακτική

  • θά έχω κρίνει
  • θά έχεις κρίνει
  • θά έχει κρίνει
  • θά έχουμε κρίνει
  • θά έχετε κρίνει
  • θά έχουν κρίνει