ΕΝΕΣΤΩΤΑΣ
Οριστική
- κατασκευάζω
- κατασκευάζεις
- κατασκευάζει
- κατασκευάζουμε
- κατασκευάζετε
- κατασκευάζουν
Υποτακτική
- νά κατασκευάζω
- νά κατασκευάζεις
- νά κατασκευάζει
- νά κατασκευάζουμε
- νά κατασκευάζετε
- νά κατασκευάζουν
Προστακτική
- κατασκεύαζε
- κατασκευάζετε
ΠΑΡΑΤΑΤΙΚΩΣ
- κατασκεύαζα
- κατασκεύαζες
- κατασκεύαζε
- κατασκευάζαμε
- κατασκευάζατε
- κατασκευάζαν
ΜΕΛΛΟΝΤΑΣ
Εξακολουθητικός
- θά κατασκευάζω
- θά κατασκευάζεις
- θά κατασκευάζει
- θά κατασκευάζουμε
- θά κατασκευάζετε
- θά κατασκευάζουν
Στιγμιαίος
- θά κατασκευάσω
- θά κατασκευάσεις
- θά κατασκευάσει
- θά κατασκευάσουμε
- θά κατασκευάσετε
- θά κατασκευάσουν
ΑΟΡΙΣΤΟΣ
Οριστική
- κατασκεύασα
- κατασκεύασες
- κατασκεύασε
- κατασκευάσαμε
- κατασκευάσατε
- κατασκεύασαν
Υποτακτική
- νά κατασκευάσω
- νά κατασκευάσεις
- νά κατασκευάσει
- νά κατασκευάσουμε
- νά κατασκευάσετε
- νά κατασκευάσουν
ΠΑΡΑΚΕΙΜΕΝΟΣ
Οριστική
- έχω κατασκευάσει
- έχεις κατασκευάσει
- έχει κατασκευάσει
- έχουμε κατασκευάσει
- έχετε κατασκευάσει
- έχουν κατασκευάσει
Υποτακτική
- νά έχω κατασκευάσει
- νά έχεις κατασκευάσει
- νά έχει κατασκευάσει
- νά έχουμε κατασκευάσει
- νά έχετε κατασκευάσει
- νά έχουν κατασκευάσει
ΡLUΠΑ_ΡΑΚΕΙΜΕΝΟΣ
Υποτακτική
- είχα κατασκευάσει
- είχες κατασκευάσει
- είχε κατασκευάσει
- είχαμε κατασκευάσει
- είχατε κατασκευάσει
- είχαν κατασκευάσει
ΜΕΛΛΟΝΤΑΣ ΡΑΚΕΙΜΕΝΟΣ
Υποτακτική
- θά έχω κατασκευάσει
- θά έχεις κατασκευάσει
- θά έχει κατασκευάσει
- θά έχουμε κατασκευάσει
- θά έχετε κατασκευάσει
- θά έχουν κατασκευάσει