ΕΝΕΣΤΩΤΑΣ
Οριστική
- θαμπώνομαι
- θαμπώνεσαι
- θαμπώνεται
- θαμπωνόμαστε
- θαμπώνεστε
- θαμπώνονται
Υποτακτική
- νά θαμπώνομαι
- νά θαμπώνεσαι
- νά θαμπώνεται
- νά θαμπωνόμαστε
- νά θαμπώνεστε
- νά θαμπώνονται
ΠΑΡΑΤΑΤΙΚΩΣ
- θαμπωνόμουν
- θαμπωνόσουν
- θαμπωνόταν
- θαμπωνόμαστε
- θαμπώνόσαστε
- θαμπώνονταν
ΜΕΛΛΟΝΤΑΣ
Εξακολουθητικός
- θά θαμπώνομαι
- θά θαμπώνεσαι
- θά θαμπώνεται
- θά θαμπωνόμαστε
- θά θαμπώνεστε
- θά θαμπώνονται
Στιγμιαίος
- θά θαμπωθώ
- θά θαμπωθείς
- θά θαμπωθεί
- θά θαμπωθούμε
- θά θαμπωθείτε
- θά θαμπωθούν
ΑΟΡΙΣΤΟΣ
Οριστική
- θαμπώθηκα
- θαμπώθηκες
- θαμπώθηκε
- θαμπωθήκαμε
- θαμπωθήκατε
- θαμπώθηκαν
Υποτακτική
- νά θαμπωθώ
- νά θαμπωθείς
- νά θαμπωθεί
- νά θαμπωθούμε
- νά θαμπωθείτε
- νά θαμπωθούν
ΠΑΡΑΚΕΙΜΕΝΟΣ
Οριστική
- έχω θαμπωθεί
- έχεις θαμπωθεί
- έχει θαμπωθεί
- έχουμε θαμπωθεί
- έχετε θαμπωθεί
- έχουν θαμπωθεί
Υποτακτική
- νά έχω θαμπωθεί
- νά έχεις θαμπωθεί
- νά έχει θαμπωθεί
- νά έχουμε θαμπωθεί
- νά έχετε θαμπωθεί
- νά έχουν θαμπωθεί
ΡLUΠΑ_ΡΑΚΕΙΜΕΝΟΣ
Υποτακτική
- είχα θαμπωθεί
- είχες θαμπωθεί
- είχε θαμπωθεί
- είχαμε θαμπωθεί
- είχατε θαμπωθεί
- είχαν θαμπωθεί
ΜΕΛΛΟΝΤΑΣ ΡΑΚΕΙΜΕΝΟΣ
Υποτακτική
- θά έχω θαμπωθεί
- θά έχεις θαμπωθεί
- θά έχει θαμπωθεί
- θά έχουμε θαμπωθεί
- θά έχετε θαμπωθεί
- θά έχουν θαμπωθεί