EL.png ικανοποιώ

ΕΝΕΣΤΩΤΑΣ

Οριστική

  • ικανοποιώ
  • ικανοποιείς
  • ικανοποιεί
  • ικανοποιειούμε
  • ικανοποιείτε
  • ικανοποιούν

Υποτακτική

  • νά ικανοποιώ
  • νά ικανοποιείς
  • νά ικανοποιεί
  • νά ικανοποιειούμε
  • νά ικανοποιείτε
  • νά ικανοποιούν
 

Προστακτική

  • *
  • *

Μετοχή

  • *

ΠΑΡΑΤΑΤΙΚΩΣ

 

  • ικανοποιούσα
  • ικανοποιούσες
  • ικανοποιούσε
  • ικανοποιούσαμε
  • ικανοποιείτε
  • ικανοποιούσαν

ΜΕΛΛΟΝΤΑΣ

Εξακολουθητικός

  • θά ικανοποιώ
  • θά ικανοποιείς
  • θά ικανοποιεί
  • θά ικανοποιειούμε
  • θά ικανοποιείτε
  • θά ικανοποιούν

Στιγμιαίος

  • θά ικανοποιήσω
  • θά ικανοποιήσεις
  • θά ικανοποιήσει
  • θά ικανοποιήσουμε
  • θά ικανοποιήσετε
  • θά ικανοποιήσουν

ΑΟΡΙΣΤΟΣ

Οριστική

  • ικανοποιησα
  • ικανοποιησες
  • ικανοποιησε
  • ικανοποιήσαμε
  • ικανοποιήσατε
  • ικανοποιησαν

Υποτακτική

  • νά ικανοποιήσω
  • νά ικανοποιήσεις
  • νά ικανοποιήσει
  • νά ικανοποιήσουμε
  • νά ικανοποιήσετε
  • νά ικανοποιήσουν
 

Προστακτική

  • ικανοποίησε
  • ικανοποιήστε

Απαρέμφατο

  • ικανοποιήσει

ΠΑΡΑΚΕΙΜΕΝΟΣ

Οριστική

  • έχω ικανοποιήσει
  • έχεις ικανοποιήσει
  • έχει ικανοποιήσει
  • έχουμε ικανοποιήσει
  • έχετε ικανοποιήσει
  • έχουν ικανοποιήσει

Υποτακτική

  • νά έχω ικανοποιήσει
  • νά έχεις ικανοποιήσει
  • νά έχει ικανοποιήσει
  • νά έχουμε ικανοποιήσει
  • νά έχετε ικανοποιήσει
  • νά έχουν ικανοποιήσει
 

Μετοχή

  • *

ΡLUΠΑ_ΡΑΚΕΙΜΕΝΟΣ

Υποτακτική

  • είχα ικανοποιήσει
  • είχες ικανοποιήσει
  • είχε ικανοποιήσει
  • είχαμε ικανοποιήσει
  • είχατε ικανοποιήσει
  • είχαν ικανοποιήσει

ΜΕΛΛΟΝΤΑΣ ΡΑΚΕΙΜΕΝΟΣ

Υποτακτική

  • θά έχω ικανοποιήσει
  • θά έχεις ικανοποιήσει
  • θά έχει ικανοποιήσει
  • θά έχουμε ικανοποιήσει
  • θά έχετε ικανοποιήσει
  • θά έχουν ικανοποιήσει