ΕΝΕΣΤΩΤΑΣ
Οριστική
- εκτιμώ
- εκτιμάς
- εκτιμά
- εκτιμούμε-(άμε)
- εκτιμάτε
- εκτιμ(ούν)-(άν)-(άνε)
Υποτακτική
- νά εκτιμώ
- νά εκτιμάς
- νά εκτιμά
- νά εκτιμούμε-(άμε)
- νά εκτιμάτε
- νά εκτιμ(ούν)-(άν)-(άνε)
ΠΑΡΑΤΑΤΙΚΩΣ
- εκτιμούσα
- εκτιμούσες
- εκτιμούσε
- εκτιμούσαμε-(άμε)
- εκτιμούσατε
- εκτιμούσαν
ΜΕΛΛΟΝΤΑΣ
Εξακολουθητικός
- θά εκτιμώ
- θά εκτιμάς
- θά εκτιμά
- θά εκτιμούμε-(άμε)
- θά εκτιμάτε
- θά εκτιμ(ούν)-(άν)-(άνε)
Στιγμιαίος
- θά εκτιμήσω
- θά εκτιμήσεις
- θά εκτιμήσει
- θά εκτιμήσουμε
- θά εκτιμήσετε
- θά εκτιμήσουν
ΑΟΡΙΣΤΟΣ
Οριστική
- εκτίμησα
- εκτίμησες
- εκτίμησε
- εκτιμήσαμε
- εκτιμήσατε
- εκτίμησαν
Υποτακτική
- νά εκτιμήσω
- νά εκτιμήσεις
- νά εκτιμήσει
- νά εκτιμήσουμε
- νά εκτιμήσετε
- νά εκτιμήσουν
ΠΑΡΑΚΕΙΜΕΝΟΣ
Οριστική
- έχω εκτιμήσει
- έχεις εκτιμήσει
- έχει εκτιμήσει
- έχουμε εκτιμήσει
- έχετε εκτιμήσει
- έχουν εκτιμήσει
Υποτακτική
- νά έχω εκτιμήσει
- νά έχεις εκτιμήσει
- νά έχει εκτιμήσει
- νά έχουμε εκτιμήσει
- νά έχετε εκτιμήσει
- νά έχουν εκτιμήσει
ΡLUΠΑ_ΡΑΚΕΙΜΕΝΟΣ
Υποτακτική
- είχα εκτιμήσει
- είχες εκτιμήσει
- είχε εκτιμήσει
- είχαμε εκτιμήσει
- είχατε εκτιμήσει
- είχαν εκτιμήσει
ΜΕΛΛΟΝΤΑΣ ΡΑΚΕΙΜΕΝΟΣ
Υποτακτική
- θά έχω εκτιμήσει
- θά έχεις εκτιμήσει
- θά έχει εκτιμήσει
- θά έχουμε εκτιμήσει
- θά έχετε εκτιμήσει
- θά έχουν εκτιμήσει