EL.png διαβάζομαι

ΕΝΕΣΤΩΤΑΣ

Οριστική

  • διαβάζομαι
  • διαβάζεσαι
  • διαβάζεται
  • διαβαζόμαστε
  • διαβάζεστε
  • διαβάζονται

Υποτακτική

  • νά διαβάζομαι
  • νά διαβάζεσαι
  • νά διαβάζεται
  • νά διαβαζόμαστε
  • νά διαβάζεστε
  • νά διαβάζονται
 

Προστακτική

  • *
  • *

Μετοχή

  • *

ΠΑΡΑΤΑΤΙΚΩΣ

 

  • διαβαζόμουν
  • διαβαζόσουν
  • διαβαζόταν
  • διαβαζόμαστε
  • διαβαζόσαστε
  • διαβάζονταν

ΜΕΛΛΟΝΤΑΣ

Εξακολουθητικός

  • θά διαβάζομαι
  • θά διαβάζεσαι
  • θά διαβάζεται
  • θά διαβαζόμαστε
  • θά διαβάζεστε
  • θά διαβάζονται

Στιγμιαίος

  • θά διαβαστώ
  • θά διαβαστείς
  • θά διαβαστεί
  • θά διαβαστούμε
  • θά διαβαστείτε
  • θά διαβαστούν

ΑΟΡΙΣΤΟΣ

Οριστική

  • διαβάστηκα
  • διαβάστηκες
  • διαβάστηκε
  • διαβαστήκαμε
  • διαβαστήκατε
  • διαβάστηκαν

Υποτακτική

  • νά διαβαστώ
  • νά διαβαστείς
  • νά διαβαστεί
  • νά διαβαστούμε
  • νά διαβαστείτε
  • νά διαβαστούν
 

Προστακτική

  • διαβάσου
  • διαβαστείτε

Απαρέμφατο

  • διαβαστεί

ΠΑΡΑΚΕΙΜΕΝΟΣ

Οριστική

  • έχω διαβαστεί
  • έχεις διαβαστεί
  • έχει διαβαστεί
  • έχουμε διαβαστεί
  • έχετε διαβαστεί
  • έχουν διαβαστεί

Υποτακτική

  • νά έχω διαβαστεί
  • νά έχεις διαβαστεί
  • νά έχει διαβαστεί
  • νά έχουμε διαβαστεί
  • νά έχετε διαβαστεί
  • νά έχουν διαβαστεί
 

Μετοχή

  • διαβασμένος

ΡLUΠΑ_ΡΑΚΕΙΜΕΝΟΣ

Υποτακτική

  • είχα διαβαστεί
  • είχες διαβαστεί
  • είχε διαβαστεί
  • είχαμε διαβαστεί
  • είχατε διαβαστεί
  • είχαν διαβαστεί

ΜΕΛΛΟΝΤΑΣ ΡΑΚΕΙΜΕΝΟΣ

Υποτακτική

  • θά έχω διαβαστεί
  • θά έχεις διαβαστεί
  • θά έχει διαβαστεί
  • θά έχουμε διαβαστεί
  • θά έχετε διαβαστεί
  • θά έχουν διαβαστεί